Перевод: со всех языков на немецкий

с немецкого на все языки

καὶ ἀνάλογα

См. также в других словарях:

  • Ελλάδα - Κοινωνία και Οικονομία (Αρχαιότητα) — ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ ΑΡΧΑΪΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ Η οικονομία στην Aρχαϊκή περίοδο Στον τομέα της οικονομίας, στην Aρχαϊκή περίοδο, σημειώθηκε μια σημαντική πρόοδος σε σχέση με τη Γεωμετρική περίοδο. Κατά τη διάρκεια της Γεωμετρικής… …   Dictionary of Greek

  • Τρινιντάντ και Τομπάγκο, Τρινιδάδ και Τομπάγκο — Νησιά της κεντρικής Αμερικής στο βόρειο Ατλαντικό ωκεανό.Tο κράτος του Tρινιδάδ και Tομπάγκο αποτελείται από δύο νησιά, από τα οποία μεγαλύτερο είναι το Tρινιδάδ, που βρίσκεται κοντά στην ακτή της Bενεζουέλας και ανακαλύφθηκε το 1498 από τον… …   Dictionary of Greek

  • αγροτικά κινήματα και εξεγέρσεις — Γενικά με τον όρο αυτό νοούνται οι μαζικοί και βίαιοι αγώνες που διεξάγει η αγροτική τάξη για να υπερασπιστεί τα συμφέροντά της. Οι αγώνες αυτοί έχουν χαρακτήρα άλλοτε αιφνίδιο, αυθόρμητο και ανοργάνωτο (εξεγέρσεις) και άλλοτε καλύτερα… …   Dictionary of Greek

  • Ελλάδα - Φιλοσοφία και Σκέψη — ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ Η φιλοσοφία ως κατανοητικός λόγος Όταν κανείς δοκιμάζει να προσεγγίσει την αρχαία ελληνική φιλοσοφία, πρωτίστως έρχεται αντιμέτωπος με το ερώτημα για τη γένεσή της. Πράγματι, η νέα ποιότητα των φιλοσοφικών θεωρήσεων της… …   Dictionary of Greek

  • μέτρηση και μέτρο — Στις φυσικές επιστήμες υπάρχει ένας σαφής διαχωρισμός μεταξύ των εννοιών του μέτρου και της μέτρησης ενός μεγέθους. Μέτρηση είναι μια διαδικασία ή ένα σύνολο από διαδικασίες, που επιτρέπει να προσδιορίσουμε την αριθμητική τιμή (δηλαδή το μέτρο)… …   Dictionary of Greek

  • Άγιος Βικέντιος και Γρεναδίνες — Νησιωτικό κράτος της Καραϊβικής θάλασσας, στην Κεντρική Αμερική.Επίσημη ονομασία: Άγιος Βικέντιος και οι Γρεναδίνες Έκταση: 389 τα. Σλμ. Πληθυσμός: 115.942 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Κινγκστάουν (16.000 κάτ. το 2001)Ο Ά.Β. και οι Γ. ανήκουν στο… …   Dictionary of Greek

  • Κιουρί, Πιέρ και Μαρί — (Pierre Curie, Παρίσι 1859 – 1906· Marie Curie, Βαρσοβία 1867 – Σανσελέμος, Σαβοΐα 1934). Ζευγάρι Γάλλων επιστημόνων, η φήμη των οποίων συνδέθηκε ιδιαίτερα με την ανακάλυψη του ραδίου και τις θεμελιώδεις μελέτες για τη ραδιενέργεια. Ο Πιερ Κ.… …   Dictionary of Greek

  • παπούτσι και υπόδημα — Αντικείμενο που σκεπάζει και προστατεύει το πόδι. Οι Αιγύπτιοι, όπως και οι Φοίνικες και οι Εβραίοι, χρησιμοποιούσαν σανδάλια και παντόφλες από φύλλα φοίνικα και πάπυρου και σπάνια από δέρμα· οι Ασσύριοι προτιμούσαν τα πολύ ελαφρά σανδάλια που τα …   Dictionary of Greek

  • φωτογραφία — Φυσικοχημική μέθοδος με την οποία αποτυπώνονται μόνιμα οι εικόνες πραγματικών αντικειμένων, καθώς αυτές σχηματίζονται ως είδωλα σε ένα σκοτεινό θάλαμο. Οι εικόνες που λαμβάνονται μπορεί να είναι ασπρόμαυρες ή έγχρωμες. Σχηματικά μπορούμε να… …   Dictionary of Greek

  • ήχου, εγγραφή — Σύνολο τεχνικών λειτουργιών που επιτρέπουν τη μεταφορά των χαρακτηριστικών του ήχου πάνω σε ένα κατάλληλο υλικό, ικανό να το διατηρεί και να το αναπαράγει. Η ε.ή. μπορεί να γίνει με μεθόδους οπτικο φωτογραφικές (που χρησιμοποιούνται για τον… …   Dictionary of Greek

  • μοτοσικλέτα — Οδικό όχημα με κινητήρα και δύο (ή σπανιότερα τρεις) τροχούς, για μεταφορά προσώπων ή και εμπορευμάτων. Όπως το αυτοκίνητο προήλθε από τις άμαξες, στις οποίες τοποθετήθηκαν κινητήρες ατμού ή εσωτερικής καύσης, έτσι και οι πρώτες μ. γεννήθηκαν από …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»